- στρεβλώματα
- στρέβλωμαwrenchneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
στρεβλώματ' — στρεβλώματα , στρέβλωμα wrench neut nom/voc/acc pl στρεβλώματι , στρέβλωμα wrench neut dat sg στρεβλώματε , στρέβλωμα wrench neut nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τζούντο — Τεχνική αθλητικής πάλης, εθνικό άθλημα της Ιαπωνίας. Το τ. είναι έργο του Τζιγκόρο Κάνο, καθηγητή στο Τόκιο, που αφού παρακολούθησε την τεχνική του τζου τζίτσου, έθεσε τις βάσεις του νέου αθλήματος, το οποίο και δίδαξε σε ειδική σχολή που ίδρυσε… … Dictionary of Greek